Η ΠΑΠΙΣΣΑ ΙΩΑΝΝΑ (1879) - υπό Εμμανουήλ Δ. Ροΐδου
Σκληρόδετο βιβλίο.
Βιβλιοδεσία εποχής.
Εξώφυλλα με ταπετσαρία εποχής.
Δερμάτινη ράχη με χρυσοτυπία και ακμές.
Καθαρεύουσα γλώσσα.
Καλή κατάσταση. Υπογραφή του προκατόχου στην προμετωπίδα. Το υπόλοιπο βιβλίο είναι άθικτο.
Μυθιστόρημα.
Η ΠΑΠΙΣΣΑ ΙΩΑΝΝΑ
ΜΕΣΑΙΩΝΙΚΗ ΜΕΛΕΤΗ
ΥΠΟ
ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ Δ. ΡΟΙΔΟΥ
ΕΚΔΟΣΙΣ ΤΡΙΤΗ
ΕΠΙΘΕΩΡΗΘΕΙΣΑ
Εκδόσεις: ΕΝ ΑΘΗΝΑΙΣ
Έτος εκδόσεως: 1879
Σελίδες: λβ' + 416
Διαστάσεις: 18 Χ 12
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ:
- ΠΡΟΟΙΜΙΟΝ ΤΟΥ ΕΚΔΟΤΟΥ
- ΠΡΟΛΕΓΟΜΕΝΑ ΤΗΣ ΠΡΩΤΗΣ ΕΚΔΟΣΕΩΣ
- ΕΙΣΑΓΩΓΗ
- ΜΕΡΟΣ Α'
- ΜΕΡΟΣ Β'
- ΜΕΡΟΣ Γ'
- ΜΕΡΟΣ Δ'
- ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΕΙΣ ΤΟ ΠΡΩΤΟΝ ΜΕΡΟΣ
- ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΕΙΣ ΤΟ ΔΕΥΤΕΡΟΝ ΜΕΡΟΣ
- ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΕΙΣ ΤΟ ΤΡΙΤΟΝ ΜΕΡΟΣ
- ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΕΙΣ ΤΟ ΤΕΤΑΡΤΟΝ ΜΕΡΟΣ
- ΟΛΙΓΑΙ ΛΕΞΕΙΣ ΕΙΣ ΑΠΑΝΤΗΣΙΝ ΤΗΣ ΑΠ' ΑΡΙΘ. 5688 ΕΓΚΥΚΛΙΟΥ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΣΥΝΟΔΟΥ ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΠΑΠΙΣΣΗΣ ΙΩΑΝΝΑΣ
- ΤΟΙΣ ΕΝΤΕΥΞΟΜΕΝΟΙΣ!
- ΠΡΟΣ ΤΑ ΣΕΒΑΣΤΑ ΜΕΛΗ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΣΥΝΟΔΟΥ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ
- Η ΠΑΠΙΣΣΑ ΙΩΑΝΝΑ ΚΑΙ Η ΗΘΙΚΗ - ΕΠΙΣΤΟΛΑΙ ΕΝΟΣ ΑΓΡΙΝΙΩΤΟΥ
- ΕΠΙΣΤΟΛΗ Α'
- ΕΠΙΣΤΟΛΗ Β'
- ΕΠΙΣΤΟΛΗ Γ'
- ΕΠΙΣΤΟΛΗ Δ'
---
Ο Εμμανουήλ Ροΐδης (28 Ιουνίου 1836 – 7 Ιανουαρίου 1904) ήταν σημαντικός Έλληνας λογοτέχνης και δοκιμιογράφος. Θεωρείται ένας από τους πιο πνευματώδεις συγγραφείς που παρουσιάστηκαν στα ελληνικά γράμματα, ενώ το έργο του καλύπτει πολλά διαφορετικά είδη, όπως το μυθιστόρημα, το διήγημα, τις κριτικές μελέτες, κείμενα πολιτικού περιεχομένου, μεταφράσεις και χρονογραφήματα.
Ο Ροΐδης θεωρείται ότι είναι ο πρώτος που καθιέρωσε προσωπικό ύφος στη νεοελληνική λογοτεχνία. Το βασικό χαρακτηριστικό του είναι το χιούμορ και η ειρωνεία, που επιτυγχάνεται κυρίως με την απροσδόκητη σύναψη αταίριαστων λέξεων και εννοιών. Ο ίδιος είχε παρομοιάσει το ύφος του με την μέθοδο της «κολοκυνθοπληγίας», δηλαδή του χτυπήματος στο κεφάλι του αναγνώστη με μια ξερή κολοκύθα. Αυτό ήταν, όπως εξηγούσε, ένα «ανθυπνωτικόν φάρμακον», δηλαδή ο μόνος τρόπος για να κρατάει σε ενδιαφέρον και εγρήγορση τον (απαίδευτο) Έλληνα αναγνώστη. Ο Ροϊδης θεωρείται στυλίστας της καθαρεύουσας.
H Πάπισσα Ιωάννα είναι μυθιστόρημα του Εμμανουήλ Ροΐδη το οποίο δημοσιεύτηκε το 1866 με τον χαρακτηρισμό «μεσαιωνική μελέτη», σύμφωνα με τον ίδιο τον συγγραφέα.
Σε αυτό εξιστορείται ο βίος της Ιωάννας, μίας γυναίκας, η οποία, προσποιούμενη ότι ήταν άντρας, κατάφερε να αναρριχηθεί στην ιεραρχία της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας και να φτάσει μέχρι και το αξίωμα του Πάπα. Το μυθιστόρημα βασίζεται στο σχετικό μεσαιωνικό θρύλο της Πάπισσας Ιωάννας, σύμφωνα με τον οποίο μια γυναίκα βρέθηκε στο θρόνο του Βατικανού κατά την περίοδο 855 - 858.
Το μυθιστόρημα αυτό θεωρείται το σημαντικότερο από τα έργα του Ροΐδη και ένα από τα σπουδαιότερα ελληνικά μυθιστορήματα, το οποίο τελικά καταδικάστηκε «ως αντιχριστιανικόν και κακόηθες», με την υπ' αριθμόν 5688/04-04-1866 εγκύκλιο της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος, ενώ ο ίδιος ο Ροΐδης διώχθηκε δικαστικά.
Η σημασία της Πάπισσας Ιωάννας μπορεί να ερμηνευτεί μέσα από την εξέταση του πνευματικού κλίματος της εποχής όπου γράφτηκε. Στην ελληνική λογοτεχνία από το 1830 έως το 1880 κυριαρχούσε ο ρομαντισμός και οι κύριες τάσεις της πεζογραφίας της περιόδου αυτής ήταν οι ρομαντικές ερωτικές ιστορίες και τα ιστορικά μυθιστορήματα. Παράλληλα, ο ευρωπαϊκός ρομαντισμός είχε στρέψει το ενδιαφέρον του στον μεσαίωνα, για τον οποίο είχε καλλιεργήσει μία εξιδανικευμένη εικόνα, ενώ τα ίδια χρόνια στην Ελλάδα αρκετοί λόγιοι έθεταν το ζήτημα της «αποκατάστασης» της θέσης του Βυζαντίου στην ελληνική ιστορία, για την οποία διαμορφωνόταν η τριμερής διαίρεση «αρχαιότητα-μέσοι χρόνοι-νεότερη εποχή». Ο Ροΐδης, που ήταν κριτική προσωπικότητα και σε όλα τα κείμενά του σχολίαζε -συχνά σατιρίζοντας- την πνευματική και κοινωνική κατάσταση της χώρας, με την Πάπισσα Ιωάννα εξέφρασε την αντίθεσή του στις κυρίαρχες ιδεολογικές και λογοτεχνικές τάσεις της εποχής.
Ήδη από τον πρόλογο ο Ροΐδης προϊδεάζει τους αναγνώστες ότι είναι πιθανό να ενοχληθούν από την ελευθεριότητα κάποιων σκηνών του βιβλίου αλλά κυρίως από την παρουσίαση των αρνητικών πλευρών της μεσαιωνικής εκκλησιαστικής ιστορίας (τις οποίες ονομάζει «εκκλησιαστικόν βόρβορον») και κάποιες κριτικές παρατηρήσεις για την σύγχρονή του Ορθόδοξη Εκκλησία. Διευκρινίζει όμως ότι η διάθεσή του δεν είναι πολεμική εναντίον της Εκκλησίας, αλλά αξιοποιεί οποιοδήποτε περιστατικό θεωρεί αξιοκατάκριτο και σατιρίζει οτιδήποτε είναι δυνατό να προκαλέσει γέλιο, ανεξαρτήτως από το περιβάλλον από το οποίο προέρχεται. Στην συνέχεια παραθέτει κάποιες σκέψεις του για τις πρακτικές της Ορθόδοξης Εκκλησίας, οι οποίες κατά την γνώμη του καθιστούν την άσκηση της λατρείας απεχθή για τους πιστούς.